Like

Ειρήνη : Ατομικό ή κοινωνικό αγαθό;

Γράφτηκε από Westcity Team
 
 
 
 

Άρθρο της Αλεξίας-Δονάτης Καυκοπούλου

Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος είχε ως απότοκο η διεθνής κοινότητα να αναθεωρήσει την νομοθεσία της, καθώς ήλθε αντιμέτωπη με τις κτηνωδίες των λαών, οι οποίοι στον “Μολώχ” της ιδιοτέλειας θυσίασαν ανθρώπινες ζωές. Διεπράχθησαν εγκλήματα με ιδιαίτερη κοινωνικοηθική απαξία και ήλθε στο προσκήνιο ένα ζήτημα μείζονος σημασίας, το οποίο απασχόλησε τόσο τους λόγιους της εποχής, όσο και τον απλό λαό, καθώς όλοι αποτελούσαν τα θύματα αυτής της φρικαλέας “λαίλαπας”.

Το φλέγον ερώτημα ήταν: Γιατί υπάρχει πόλεμος και πώς αυτός θα αποτελεί πλέον μόνο μια νωπή ανάμνηση; Έτσι, οι ηγέτες των κρατών ψήφισαν στις 10 Δεκεμβρίου του 1948 την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με την οποία εμπλουτίζεται ο χάρτης των Ηνωμένων Εθνών και ανάγει την ειρήνη σε πανανθρώπινο ιδανικό. Παρατηρούμε, μάλιστα, ότι η εδραίωσή της επιχειρείται διαρκώς και από τα εθνικά νομοθετήματα, με νόμους ανώτερης τυπικής ισχύος και όχι μόνο.

Θαρρώ, όμως, πως δεν αρκούν αυτά. Η ειρήνη δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί δια της νομοθεσίας, ακόμα κι αν αυτή της προσδίδει τον χαρακτήρα του υψίστου ιδεώδους. Επικρατεί η αντίληψη ότι η ειρήνη αποτελεί μια εξωτερική κατάσταση, ότι η ειρήνη είναι μια έννοια αφηρημένη και απομακρυσμένη από το άτομο, ότι η ειρήνη ετεροκαθορίζεται με βάση το πολιτικό γίγνεσθαι. Αποκύημα της εν λόγω αντίληψης αποτελεί ο εφησυχασμός του ατόμου, διότι το άτομο επαναπαύεται και αποποιείται τον ατομικό “μανδύα” της ειρήνης. Πολλώ δε μάλλον, θα λέγαμε ότι πιστεύει πως η ειρήνη αποτελεί μια χίμαιρα, μια ουτοπία.

Ως αποτέλεσμα, παραμένει αδρανές και ενίοτε “στρουθοκαμηλίζει”, με την επίτευξη της ειρήνης να επαφίεται στη νομοθεσία του εκάστοτε κράτους, συχνά με μια “πατερναλιστική” πολιτική, άλλοτε δε, σε μη κυβερνητικές οργανώσεις. Ουκ ολίγες φορές, η ειρήνη αντιμετωπίζεται ωσάν μια αλτρουιστική προδιάθεση, σύμφυτη με τους “καλούς” ανθρώπους. Ταυτίζουμε την ειρήνη με την απουσία του πολέμου, κάτι που εν μέρει είναι ορθό, καθώς ο πόλεμος έχει διάφορες εκφάνσεις και ποτέ δεν εκλείπει στις ανθρώπινες σχέσεις ακόμα και με πιο ήπια ένταση, όχι με την κλασική έννοια του όρου, αλλά με μια ευρύτερη έννοια.

Συχνά αντιδιαστέλλουμε την ειρήνη με τον πόλεμο, διότι η παρουσία του ενός εκτοπίζει την παρουσία του άλλου. Είναι, όμως, η ειρήνη μόνον ένα κοινωνικό κεκτημένο; Μια εξωτερική απλώς νηνεμία; Η εμμονή στην θέση αυτή μας εγείρει ενστάσεις και θεωρώ ότι αποτελεί την αιτία που αενάως συζητούμε για την ειρήνη, δίχως όμως να συμπλέουμε κοινωνικά μαζί της.

Δεν είναι εφικτό να γίνεται λόγος για κοινωνική ειρήνη, δίχως να αναλογιστούμε ότι προϋπόθεσή της είναι η ατομική της κατάκτηση. Κάθε άνθρωπος έχει την δύναμη να μετουσιώσει τα θηριώδη ένστικτά του. Η ειρήνη είναι πρωτίστως προσωπική μάχη. Είναι η αντίσταση στον εγωκεντρισμό, η αντίσταση στα πάθη, στις προκλήσεις. Διότι ο πόλεμος δεν πρέπει να ταυτίζεται με τη βία και τα όπλα, αλλά ωσάν τη “Λερναία Υδρα” έχει κι άλλες όψεις: είναι ηθικός, κοινωνικός, επαγγελματικός, εσωτερικός.

Η απόκτηση της ειρήνης ως ατομική αρετή αποτελεί το λιθαράκι ώστε η κοινωνία να είναι έμπλεη αυτής. Είναι ο ατομικός αγώνας έναντι στα ζωώδη συναισθήματα, στην τάση της υπεροχής, της ιδιοτέλειας, της ανέλιξης πατώντας κυριολεκτικά “επί πτωμάτων”. Μόνο αν αποκτήσουμε ειρήνη εσωτερική, θα επιτευχθούν οι βλέψεις μας για παγκόσμια ειρήνη. Δηλαδή, εάν εμείς καλλιεργήσουμε το ατομικό αγαθό της ειρήνης, ο καθένας ξεχωριστά, τότε αυτά τα “κράματα” θα εκπληρώσουν τον κοινό μας πόθο. Εμείς οι ίδιοι πρέπει να απαντάμε καθημερινώς στα εξωτερικά ερεθίσματα και τα φιλοπολεμικά βιώματα με ειρήνη. Η μάχη δεν είναι μια, αλλά πολλές και καθημερινές. Η δράση δεν είναι κοινωνική, αλλά εν τη γενέσει της, ατομική. Όταν εμείς αντιστεκόμαστε σε κάθε τι που βάλει να εξοστρακίσει την ειρήνη, τότε θα επιτευχθεί ο οικουμενικός της προορισμός. Όταν ο έσω κόσμος του καθενός διαπνέεται από ειρήνη, τότε η δύναμή της μπορεί να υπερκεράσει κάθε τοξικό που την απειλεί.

Η ειρήνη δεν είναι μια κατάσταση στατική, αλλά απαιτεί εγρήγορση διότι είναι η αρμόζουσα αντίδραση σε κάθε φιλοπολεμική στοχοθεσία, σε κάθε τι που τη φαλκιδεύει. Είναι πάλη για να παραμείνει απυρόβλητη στις προκλήσεις. Επομένως, αν το άτομο φέρει το συνειδησιακό φορτίο της ειρήνης, τότε θα αλλάξει άρδην η όψη του επιστητού.

Το οξύμωρο είναι ότι στην εποχή των συνθηκών, των συμβάσεων και της Διεθνούς νομιμότητας εν γένει, τα οπλοστάσια αποτελούν τη “Δαμόκλειο Σπάθη” της ειρήνης. Παρατηρούνται, μάλιστα, γεωγραφικοί χρωματισμοί, αφού αποτελεί προνόμιο συγκεκριμένων κρατών, αν και είναι πανανθρώπινο αίτημα. Γι’ αυτό, έχουμε χρέος να αποποιηθούμε τις “παρωπίδες” μας και να κατανοήσουμε ότι για να εδραιωθεί η ειρήνη σε παγκόσμιο επίπεδο είναι αδήριτη ανάγκη να αποτελέσει ατομικό στόχο, ατομικό κεκτημένο, προϊόν ατομικής διεργασίας.

Η εξωραϊστικη οπτική όσον αφορά τον πόλεμο, ως διακρατικό τρόπο επίλυσης διαφορών, έχει ως εναρκτήριο λάκτισμα την αγκίστρωσή μας στην διαστρεβλωμένη κανονικότητα, δηλαδή την συνήθεια να εκλαμβάνουμε ως φυσιολογική τη πολεμική πραγματικότητα. Η κατίσχυση της ειρήνης απαιτεί την μεταβολή της νοοτροπίας αυτής, διότι είναι αυτοκαταστροφική και αυτοαναιρετική. Οι άνθρωποι οφείλουν να μεταλαμπαδεύσουν την ειρήνη ως κανονικότητα και όχι τον πόλεμο, υπό κάθε μορφή και ερμηνεία. Να μην αναζητούμε την ειρήνη από την ετερότητα  -συνήθως όταν αποτελούμε θύματα της απουσίας της- αλλά να αποτελούμε εμείς οι ίδιοι ατομικές “ζώνες ειρήνης”.

Εν κατακλείδι, να έχουμε κατά νου ότι ο κοινός μας στόχος, η απόκτηση της παγκόσμιας ειρήνης, απαιτεί αμφίπλευρο αγώνα, διάδραση της ατομικής προσπάθειας και της κοινωνικής προσπάθειας. Κατ’ εμέ, η κοινωνική αποτελεί ως ένα βαθμό απόρροια της ατομικής. Η κοινωνική ειρήνη αντανακλάται από το θετό, συνήθως, δίκαιο κάθε κράτους, όμως για να είναι βιώσιμη χρειάζεται το άτομο να είναι ο “αμπελουργός” της, με τον εξευγενισμό του στις ήσσονος σημασίας καθημερινές σχέσεις, τις κοινωνικές, τις οικογενειακές, τις επαγγελματικές και την αυτοσυγκράτηση σε κάθε τι που τον ωθεί στη ρήξη.

Ας μην ξεχνούμε την θεόπνευστη ρήση του Ευαγγελιστή  Ματθαίου “Ειρήνη μετά του δικαίου και πρέποντος κάλλιστον εστί κτήμα και λυσιτελές”.  Ο Ευαγγελιστής τονίζει την σημασία της ειρήνης και την συσχετίζει με το δίκαιο, κάτι που ομολογουμένως ισχύει, διότι η μια αξία συμπληρώνει την άλλη και αποτελεί αρωγό της. Λησμονώντας, λοιπόν, το ατομικό μας καθήκον, λησμονούμε με αυτό και τον ιερό προορισμό της. Άλλωστε, για να νικήσει το Φως, πρέπει ο καθένας μας να παλέψει με το σκοτάδι πρώτου συνενωθούμε για τον “θείο” αγώνα.